Η Άνω Χώρα (πρώην Μεγάλη ή Ανω Λομποτινά) είναι κτισμένη στις ΒΑ πλαγιές της βουνοκορφής Σύρτα (1.460 μ.) της μεγάλης οροσειράς της Παπαδιάς. ΝΔ της Σύρτας και σε απόσταση 2 περίπου ωρών είναι το βουνό Τσακαλάκι με υψόμετρο 1714 μ. Ανατολικά της Μεγάλης Λομποτινάς υπάρχουν οι κορυφές Αυγό και Τριτσοβά καθώς και οι αδερφές τους Ομάλια και Νεραϊδάλωνο με υψόμετρα 1612 και 1708μ. Αντίστοιχα. Πολύ προ του έτους 1454 στους βυζαντινούς χρόνους υπήρχε ένα χωριό Λομποτινά στη θέση Παληχώρια (Παλιο- χώρια) απέναντι από τη Γεροντοκαρυά (ή Γεροντοκαρυές) σε απόσταση περίπου 3 χλμ. από τη σημερινή Άνω Χώρα και σε υψόμ. 700 μ. περίπου.
Οδοιπορικό του travelgirl στην Άνω Χώρα της ορεινής Ναυπακτίας
Οι δύο αυτές τοποθεσίες χωρίζονται από το Λομποτιανίτικο ρέμα. Στη θέση Σίνη έχουν επισημανθεί κατάλοιπα τείχους που έδωσε την ονομασία στη περιοχή Τείχη και τάφοι με ογκώδεις λαξευτούς λίθους. Η θέση αυτή είναι κοντά στα Παλιοχώρια και διασχίζεται από το Σινόρεμα που εκβάλλει στο Λομποτιανίτικο ρέμα. Άρα εδώ υπήρχε αρχαίος αιτωλικός οικισμός. Από τα Παληχώρια λοιπόν, που ήταν η Λομποτινά, δημιουργήθηκε η Πέρα Λομποτίνα που ήταν στη θέση όπου είναι σήμερα η Άνω Χώρα και τελικά με την ολοκληρωτική εγκατάλειψη της πρώτης Λομποτινάς (Παλιοχώρια) ονομάσθηκε Λομποτινά. Όπως είναι φυσικό, από την ενιαία Λομποτινά προέκυψε και η Κάτω Λομποτινά.
Η Μεγάλη ή Άνω Λομποτινά είναι συνδεδεμένη με την μεγάλη βυζαντινή οικογένεια των Καναβαίων από την οποία προήλθε και ένας Αυτοκράτορας. Μετά την κατάληψη της Πόλης το 1204 από τους Φράγκους πολλές αρχοντικές οικογένειες κατέφυγαν σε ασφαλέστερα μέρη. Τούτο συνέβη και με την Άλωση της Πόλης το 1453. Πότε έγινε η εγκατάσταση των Καναβαίων στα Κράβαρα, δεν υπάρχουν στοιχεία για να είμαστε βέβαιοι. Πάντως σε έγγραφες πηγές απαντιώνται οι Καναβαίοι στα Κράβαρα το 1739. Το βέβαιο όμως είναι ότι ήσαν προεστώτες όχι μόνο στην Λομποτινά αλλά και σ’ ολόκληρη την Επαρχία Κραβάρων. Χάρις στους Καναβαίους, που είχαν επωμισθεί τα έξοδα, λειτουργούσε στην κωμόπολη η περίφημη Σχολή της Λομποτινάς, που είχε δύο σχολεία: Αλληλοδιδακτικόν και Ελληνικόν.
Οι Καναβαίοι όμως υπέστησαν στα τέλη του 1800 με 1801 διωγμό από τον Αληπασά και αναγκάσθηκαν να καταφύγουν στο Αίγιο και η Σχολή έκλεισε. Σημειωτέον ότι το 1734 εμαθήτευσε στη Σχολή ο Πατροκοσμάς ο Αιτωλός, ο οποίος στη συνέχεια εδίδαξε μέχρι το 1738. Ο τελευταίος της οικογένειας των Καναβαίων ήταν ο Ιωάννης Νικολάλου Καναβός (1866 – 1953), που διετέλεσε κατ’ επανάληψη βουλευτής, γερουσιαστής και υπουργός. Η Μεγάλη ή Άνω Λομποτινά μετονομάσθηκε σε Άνω Χώρα το 1930.
Από τα ομορφότερα αξιοθέατα του χωριού αποτελεί αδιαμφισβήτητα το φυσικό του περιβάλλον. Τα δάση του αποτελούν ένα φυσικό μωσαϊκό που αποτελείται από πλήθος διαφορετικών δέντρων όπως καστανιές, έλατα, κέδροι, βελανιδιές κ.ά. Στα δάση αυτά κυριαρχούν ιδιαίτερα το έλατο και η καστανιά. Μέσα σ’ αυτό το όργιο του έλατου και της καστανιάς, του κέδρου και της φτέρης, υπάρχουν πάρα πολλές πηγές. Το Κεφαλοχώρι βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σε τροχιά ανάπτυξης εκμεταλλευόμενο τη φυσική του ομορφιά, την κοινωνική υποδομή, όπως το Κέντρο Υγείας, δημιούργησε θελκτικές τουριστικές υποδομές που το έχουν καταστήσει τόπο προορισμού.
Τα παλαιά λιθόκτιστα σπίτια και τα καινούργια σπίτια ενταγμένα στο φυσικό περιβάλλον, τα παραδοσιακά καφενεία και τα πέτρινα ή πλακόστρωτα δρομάκια κάτω από αγέρωχα πλατάνια, όπως και τα νεόκτιστα ή επισκευασμένα κτίρια Ξενώνων και ξενοδοχείων, συνθέτουν μια ειδυλλιακή ατμόσφαιρα και κινούν την προσοχή του παρατηρητή. Επίσης μεγαλοπρεπής και επιβλητικός ο ναός της Αγίας Παρασκευής (1918) σταυροειδής με δύο ενσωματωμένα καμπαναριά, κτισμένος με πελεκητό μαύρο λιθάρι. Ξεχωρίζουν η εικόνα της Αγίας Παρασκευής και η Παναγιά η Σκοπιώτισσα.
Πολλά έχει να δει ο παρατηρητής από το λόφο Λακούλα μέχρι το λόφο του Άϊ Γιώργη. Ακόμα και το μικρό λεωφορείο (Καρνάβαλος) που έκανε συγκοινωνία μέχρι το 1983. Τώρα φυλάσσεται και εκτίθεται από το Δήμο σε ειδικό χώρο, δίπλα από την Αγία Παρασκευή. Κοντά στα άλλα εκκλησάκια και ο ναΐσκος του Πατροκοσμά. Το χωριό ήταν από τα πρώτα που τίμησε τον Αιτωλό Άγιο. Στην Άνω Χώρα, στα μέσα Οκτωβρίου, διοργανώνεται η γιορτή κάστανου και τσίπουρου όπου γίνεται απόσταξη του τσίπουρου, ψήνονται κάστανα, σερβίρονται γλυκά (μπακλαβάδες, ραβανί, κουραμπιέδες,) γλυκά κουταλιού (κεράσι, κάστανο, καρύδι, κυδώνι), τοπικές πίτες και γίδα βραστή.