Ο θάνατος έχει πολύ γέλιο! Μα τι συμβαίνει; Περί τίνος πρόκειται; Για το θάνατο ενός ανθρώπου; Ενός βασιλιά; Η για το θάνατο ενός άρρωστου από καιρό, γερασμένου, απολιθωμένου συστήματος; Εμείς με αυτή τη δεύτερη εκδοχή αναγνώσαμε το έργο. Ο βασιλιάς είναι το πρόσχημα, η θεατρική μορφή μιας ιδέας. Πάντως σίγουρα δεν πρόκειται για το θάνατο ενός αθώου. Είτε βασιλιάς, είτε σύστημα, κατέστρεψε, έσφαξε, δολοφόνησε, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, με ή χωρίς προσχήματα. Αυτός ο βασιλιάς αξίζει να πεθάνει. Κι εμείς γελάμε, γελάμε! Με το βασιλιά – κλόουν! Μήπως πάλι πρόκειται για τη βασιλεία της απληστίας; Οι θεατές και πάλι γελάνε! Γιατί και η απληστία διαθέτει αρκετή γελοιότητα!
Ο Βασιλιάς Πεθαίνει στο θέατρο Αλκμήνη
Το έργο, αν και γραμμένο το 1962, θίγει πολλά σημερινά ζητήματα: Το οικολογικό, τις οικονομικές “κρίσεις”, τη διαφθορά, τον πόλεμο, τον ατομικισμό, την αδράνεια, την ευθύνη του καθενός μας. Συμπυκνώνει αιώνες ανελευθερίας στο πρόσωπο ενός γελοίου Βασιλιά. Και γελάμε, γελάμε πολύ! Γιατί η παράσταση είναι μια σπαρταριστή, ανατρεπτική κωμωδία. Σχεδόν φάρσα. Αυτό το γέλιο δε σκοτώνει τη σκέψη. Είναι γέλιο που ερεθίζει το μυαλό. Και ξαφνικά, τρυπώνουν εδώ κι εκεί, μικρές τρυφερές στιγμές, στιγμές ανθρωπιάς, και συγκίνησης. Γιατί όπως και στη ζωή έτσι και στα έργα του Ιονέσκο, το γέλιο κρύβει μέσα του ένα πικρό κουκούτσι. Γελάμε μέχρι να ανακαλύψουμε ότι αυτός ο βασιλιάς είμαστε εμείς, ή είμαστε κι εμείς υπεύθυνοι γι αυτόν. Σ αυτό το ιδιότυπο, αιχμηρό έργο, παρακολουθούμε τον αναγκαίο θάνατο ενός βασιλιά, που προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρατηθεί στη ζωή. Δε χρειάζεται να μελετήσει κανείς πριν πάει στο θέατρο. Ο Ιονέσκο είναι πιο λαϊκός από όσο φανταζόμαστε. Ο σουρεαλισμός του είναι ο σουρεαλισμός ενός παιδιού με ανοιχτά, ευφάνταστα μάτια. Και ένα σημείωμα του σκηνοθέτη “Ο Βασιλιάς πεθαίνει” θεωρείται από πολλούς ως το καλύτερο έργο του Ιονέσκο. Διαθέτει όλα τα συστατικά, που χαρακτηρίζουν τον ιδιαίτερο αυτό συγγραφέα. Αδυσώπητο χιούμορ, πολλές φορές μαύρο, μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα ονείρου ή εφιάλτη, “παράλογος” λόγος, που αποτυπώνει την αδυναμία επικοινωνίας, την ανικανότητα να ακούσει ο ένας τον άλλον, τον παραλογισμό μιας ανθρωπότητας, ανίκανης να διορθωθεί από τα λάθη της. Μιλάει για το θάνατο. Όμως ποιανού θάνατο; Εμείς, στην παράστασή μας απαντάμε: Τον θάνατο οποιουδήποτε πράγματος οφείλει να απέλθει. Ο συγγραφέας δεν διαλέγει ένα απλό πρόσωπο, διαλέγει ένα βασιλιά. Έναν φορέα εξουσίας. Ένα θεσμό. Εδώ η ευθύνη δεν μπορεί να είναι ατομική, χωρίς επιπτώσεις και προεκτάσεις. Υπάρχει ευθύνη κοινωνική. Και αν ο κύκλος της ακμής ενός συστήματος έχει τελειώσει, δε χρειάζεται να φυλάμε το πτώμα του στο υπόγειο. Αρκετά. Μας έχει πάρει από καιρό η μπόχα!