Ο Δημήτρης Κασιδόκωστας είναι Ξενοδόχος και Επικοινωνιολόγος, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Riviera Group της οικογένειας Κασιδόκωστα, Co-Founder της εταιρείας Κ&M Companies, και ειδικός σύμβουλος σε θέματα τουριστικής ανάπτυξης του Δημάρχου Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης.
Ο Δημήτρης Κασιδόκωστας στο travelgirl.gr: Ο τουρισμός πολυτελείας αποτελεί το αντίθετο του υπερτουρισμού
Σε άρθρο του στο travelgirl.gr αναφέρθηκε στον τουρισμό πολυτελείας και τα πλεονεκτήματά του, στις επενδύσεις στην αθηναϊκή ριβιέρα και στις προκλήσεις, αλλά και στον υπερτουρισμό.
Βρισκόμαστε μόλις μια ανάσα πριν απ’ το 2025 και η νέα χρονιά αναμένεται να μας βρει με πολλές νέες σημαντικές εξελίξεις αλλά και προκλήσεις στον τομέα του τουρισμού, για την Ελλάδα αλλά και για ολόκληρο τον πλανήτη.
Στο τέλος ή στην αρχή κάθε ημερολογιακού έτους, οι περισσότεροι επαγγελματίες του είδους καλούμαστε να κάνουμε μια ανασκόπηση των όσων προέκυψαν τη χρονιά που ολοκληρώνεται καθώς και να προβλέψουμε ποιες είναι οι τάσεις που αναμένεται να μας απασχολήσουν τη χρονιά που ξεκινά.
Αν και αυτού του είδους οι προβλέψεις στο παρελθόν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν επαναλαμβανόμενες ή ίσως και σχεδόν γραφικές, στις μέρες μας θεωρώ πως έχουν πλέον καταστεί πλήρως αναγκαίες, αφού οι εξελίξεις σε επίπεδο τάσεων είναι τόσο καταιγιστικές που τόσο οι προορισμοί όσο και οι επιχειρηματίες οφείλουν να προσαρμόζονται συνεχώς σε αυτές, με γνώνομα τη διατήρηση αλλά και τη βελτίωση της θέσης τους στην αγορά.
Στην Ελλάδα, έχουμε αποδείξει, συχνά πυκνά, πως αργούμε να ανταποκριθούμε σε αυτές τις αλλαγές στις προτιμήσεις του καταναλωτικού κοινού κι αυτό είναι κάτι που μας έχει κοστίσει στο παρελθόν και που θα πρέπει να επιδιώξουμε να αποφύγουμε στο μέλλον.
Μερικές από τις τάσεις που απασχόλησαν περισσότερο τον κλάδο του τουρισμού το 2024 ήταν το λεγόμενο slow travel, τα φιλικά προς το περιβάλλον ταξίδια, η έμφαση στα ταξίδια εμπειρίας καθώς και η συνεχής ανάπτυξη του λεγόμενου τουρισμού πολυτελείας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
Ένα από τα κύρια θέματα που απασχόλησαν την επικαιρότητα το 2024 ήταν και αυτό της συζήτησης περί θέματος υπερτουρισμού.
Ελλάδα & Υπερτουρισμός
Κάπου στα μέσα Οκτωβρίου, σε εκδήλωση στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Reimagine Tourism in Greece», ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε δηλώσει πως η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα υπερτουρισμού και ούτε και θα πρέπει να αντιμετωπίσει.
Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως τα υψηλά κύματα επισκεπτών σε ορισμένους προορισμούς της χώρας μας, κατά τη διάρκεια συγκεκριμένων χρονικών περιόδων, δημιουργούν προβλήματα που επηρεάζουν το φυσικό περιβάλλον, τη ζωή της τοπικής κοινωνίας αλλά και την ποιότητας της εμπειρία των ίδιων των επισκεπτών.
Στον αντίποδα αυτής της λογικής, δε θα μπορούσαμε να μην αναγνωρίσουμε πως ο τουρισμός αποτελεί κινητήριο μοχλό της οικονομίας της χώρας μας και η οποιαδήποτε μείωση αριθμού επισκεπτών θα μπορούσε να προκαλέσει ντόμινο αρνητικών εξελίξεων τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.
Θα μπορούσε όμως η Ελλάδα να λάβει περισσότερα μέτρα για την αντιμετώπιση του υπερτουρισμού δίχως να μειώσει τον αριθμό των εσόδων που λαμβάνει από τους ήδη υπάρχοντες επισκέπτες;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι, κατά τη γνώμη μου, ο τουρισμός πολυτελείας.
Τα Πλεονεκτήματα του Τουρισμού Πολυτελείας
Ο τουρισμός πολυτελείας αποτελεί επί της ουσίας το αντίθετο του υπερτουρισμού.
Οι αμιγώς πολυτελείς προορισμοί υποδέχονται λιγότερους επισκέπτες που καταναλώνουν ωστόσο περισσότερα χρήματα. Λιγότεροι και καλύτεροι επισκέπτες σημαίνουν καλύτερη ποιότητα παροχής υπηρεσιών, περιορισμός της ρύπανσης του περιβάλλοντος και μικρότερη επιρροή της τοπικής κουλτούρας, καλύτερη εμπειρία διακοπών για τους επισκέπτες αλλά και πολλές φορές περισσότερα έσοδα για τις επιχειρήσεις και τις τοπικές κοινωνίες.
Τι σημαίνει όμως τελικά τουρισμός πολυτελείας;
Με τη δεύτερη ιδιότητα μου, αυτή του επικοινωνιολόγου, πολλές φορές αναγκάζομαι να εξηγήσω στους πελάτες μου πως η πολυτέλεια δεν έχει να κάνει με την επιδεικτική υπερκατανάλωση, τα χλιδάτα φαγητά και έπιπλα ή τις παράλογες ανέσεις.
Η πραγματική πολυτέλεια έχει να κάνει κυρίως με τη δημιουργία μιας μοναδικής εμπειρίας για τους επισκέπτες ενός προορισμού. Μιας εμπειρίας με έμφαση στην αυθεντικότητα, την υψηλή ποιότητα υπηρεσιών αλλά και τη μοναδικότητα ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας.
Ένα μοναδικό χαρακτηριστικό της αυθεντικής πολυτέλειας είναι και αυτό της σπανιότητας, αφού οι πραγματικά οικονομικά ευκατάστατοι επισκέπτες δεν επιθυμούν να ακολουθούν τις δραστηριότητες και τις τάσεις που απευθύνονται στους πολλούς αλλά να απολαμβάνουν εμπειρίες μη εύκολα προσβάσημες ακόμα και για ανθρώπους που βρίσκονται στο ίδιο οικονομικό επίπεδο με εκείνους.
Είναι αυτό το χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς καταναλωτή των λεγόμενων High–Net–Worth–Individuals που πολλές φορές οδηγεί απόλυτα επιτυχημένους ταξιδιωτικούς προορισμούς στον κατακερματισμό ή ακόμα και στην απαξίωση τους.
Αθηναϊκή Ριβιέρα & Τουρισμός Πολυτελείας
Στην Ελλάδα, η πρώτη σοβαρή προσπάθεια δημιουργία ενός αμιγούς πολυτελούς προορισμού γίνεται στην Αθηναϊκή Ριβιέρα, την ακτογραμμή που ξεκινά από το τον Πειραιά και φτάνει μέχρι το Σούνιο.
Σημαντικές επενδύσεις στην περιοχή αυτή, όπως το mega–project του Ελληνικού, ο Αστέρας Βουλιαγμένης, το One & Only στα Αστέρια της Γλυφάδας, η Μαρίνα της Βουλιαγμένης αλλά και άλλα πολλά φαίνεται πως έχουν ξεκινήσει να βάζουν δειλά, αλλά σταθερά, την Αθήνα στο χάρτη του τουρισμού πολυτελείας παγκοσμίως.
Πολλές από αυτές τις επενδύσεις μάλιστα, όπως αυτή του Ελληνικού, δείχνουν να δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην υιοθέτηση σύγχρονων τεχνολογιών αλλά και στην προστασία του περιβάλλοντος – δυο απαραίτητες προϋποθέσεις για προσέλκυση πελατών υψηλής οικονομικής δυνατότητα (HNWI’s).
Η ενίσχυση της τάσης αυτής αποδεικνύεται περίτρανα από το πανίσχυρo real estate boom που έχει επικρατήσει τα τελευταία χρόνια στα νότια προάστια των Αθηνών αλλά και από την επέκταση διεθνών brands και οίκων μόδας στην Ελληνική πρωτεύουσα που έχει ήδη ξεκινήσει μετά το πέρας της πανδημίας του κορωνοϊού.
Την ίδια λογική με το χώρο της μόδας φαίνεται πως έχει ακολουθήσει και ο τομέας της εστίασης με κορυφαία hospitality brands που συναντάμε σε πόλεις όπως το Λονδίνο, το Παρίσι ή το Dubai να έχουν ανοίξει ή να σχεδιάζουν να ανοίξουν παράρτημα στην Αθήνα.
Το μέλλον της Αθηναϊκής Ριβιέρας και οι Προκλήσεις
Παρά το δυνατό ξεκίνημα, η καθιέρωση του brand Αθηναϊκή Ριβιέρα ως παγκόσμιος τουρισμός πολυτελείας κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση είναι.
Η Αθήνα, θα πρέπει αρχικά να επιδιώξει να καταρρίψει τα misconceptions του παρελθόντος που αποτελούν συνέπεια της κακής εικόνας της χώρας μας κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.
Το re–branding της Αθήνας, με εφαλτήριο την Αθηναϊκή Ριβιέρα, θα πρέπει να εστιάσει στην ανάδειξη της ως ένας φιλικός προς το περιβάλλον προορισμός, με σύγχρονες ανέσεις, πρόσβαση στον πολιτισμό και την ιστορία αλλά και μια ανεπιτήδευτη κομψότητα και αισθητική που μέχρι τώρα πιθανόν να έλειπε από το προϊοντικό μίγμα της χώρας μας.
Παράλληλα με όλα αυτά, το κράτος και οι τοπικές κοινωνίες θα πρέπει να δεσμευτούν πως θα παλέψουν για τη διατήρηση των μέχρι τώρα κεκτημένων της Αθηναϊκή Ριβιέρας επιδιώκοντας να προστατεύσουν και να ενισχύσουν τις επενδύσεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα αλλά και τη διατήρηση της φυσιογνωμίας των περιοχών που επί της ουσίας αποτελούν τις πλέον περιζήτητες στην Ελλάδα και όχι μόνο.
Στο Δήμο Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης, η προσπάθεια αυτή έχει ξεκινήσει ήδη, μέσα από μια πολιτική ήπιας ανάπτυξης, το σχέδιο της οποίας δημιουργείται ήδη, με πρωτοβουλία του Δημάρχου μας, Γρηγόρη Κωνσταντέλλου.
Το σχέδιο αυτό, στο οποίο έχω την χαρά και την τιμή να συνδράμω κι εγώ, οραματίζεται μια πόλη με έμφαση στην ήπια ανάπτυξη, απόλυτη προστασία της τοπικής κοινωνίας και του περιβάλλοντος αλλά και την προσέλκυση επισκεπτών υψηλού οικονομικού επιπέδου από ολόκληρο τον πλανήτη.
Είναι στα πλαίσια αυτής της ίδιας λογικής που θεωρώ πως θα πρέπει να κινηθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι Δήμοι της Αθηναϊκής Ριβιέρας και στη συνέχεια, σε συνεργασία με την Περιφέρεια και το Υπουργείο Τουρισμού να συνεχίσουμε την προσπάθεια για την καθιέρωση της σπουδαίας πόλης μας ως ένα σύγχρονο προορισμό πολυτελείας – ένα παράδειγμα προς μίμηση για τους υπόλοιπους σημαντικούς τουριστικούς προορισμούς στη χώρα.
Το τουριστικό προϊόν της Ελλάδας πρέπει και μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο.
Η αλλαγή όμως αυτή εξαρτάται στην πραγματικότητα από τον κάθε έναν μας ξεχωριστά.